Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

δεν κατάλαβε τίποτα.

ήθελε να είναι πάντα πρώτη.
όλοι να της λένε μπράβο.
να τη χειροκροτούν.
δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο.
δεν ήξερε να τραγουδάει,να χορεύει,να ζωγραφίζει,να παίζει μουσική ούτε καν να υποκρίνεται όμορφα.
κανείς δεν ήξερε τι είχε - αλλά όλοι πάντα την χειροκροτούσαν.
τη χειροκροτούσαν σα να μην υπάρχει αύριο.
εκείνη επιζητούσε συνεχώς και άλλα χειροκροτήματα και άλλες επευφημίες.
έφτασε στο σημείο να γεμίζει αίθουσες και έπειτα χώρους μεγαλύτερους και μεγαλύτερους..σε λίγο οι οπαδοί της ερχόντουσαν από όλα τα μέρη της χώρας για να την δουν-να την αγγίξουν. .
κανείς δεν καταλάβαινε τι έλεγε,κάνεις δεν άκουγε.
κρατούσαν όλοι σημαιάκια με το πρόσωπο της.
παντού σημαιάκια και φωνές και μπράβο και ζήτω και πάλι ζήτω.
έμοιαζε σαν το πλήθος να είχε βρει το νόημα της ύπαρξης του στο πρόσωπο της.
σαν να τα εναπόθεσε όλα πάνω της.
και εκείνη χαμογελούσε-δεν είχε όμορφο χαμόγελο-αλλά χαμογελούσε.
σπάνια μιλούσε και όταν μιλούσε κανείς δεν καταλάβαινε - άλλα τι πειράζει;
είναι καλό κορίτσι έλεγαν,εκείνη ξέρει.
το κορίτσι μπήκε στη πολιτική-πρώτο απ όλα τα κορίτσια.
τους είπε ότι δεν ξέρει να διαβάζει-εκείνοι απάντησαν ότι δεν θα της χρειάζονταν κάπου.
συνέχισε να γεμίζει αίθουσες-συνέχιζε να μην ξέρει το λόγο.
τα βράδια κοιμόταν ήσυχη-δεν καταλάβαινε γιατί κάποιοι έλεγαν ότι πάσχουν από αϋπνίες
ο καιρός περνούσε - οι αίθουσες άρχισαν να αδειάζουν- τα σημαιάκια ανέμιζαν βαριεστημένα
δεν καταλάβαινε που πήγε ο κόσμος
κάποιοι της μιλούσαν άσχημα-της έριξαν ντομάτες-κάποιοι προσπάθησαν να τη φτύσουν
δεν καταλάβαινε το λόγο
τα πράματα δυσκόλεψαν για εκείνη
τη συμβούλεψαν να μένει σπίτι
δεν καταλάβαινε το λόγο
μια μέρα αποφάσισε να βγεί έξω-χωρίς το χειροκτρότημα ήταν ένα τίποτα
μια σκέψη της πέρασε απ το μυαλό- οτι δεν θυμόταν το όνομα της
έπειτα το ξέχασε δεν χρειάστηκε να το χρησιμοποιήσει άλλωστε ποτέ
περπάτησε καμαρωτά όπως παλιά
κανείς δεν της έδινε σημασία
συνέχισε να περπατάει στο δρόμο-κάποιος την αναγνώρισε
έπεσαν όλοι πάνω της- άρχισαν να τη χτυπάνε με λύσσα-της έσκισαν τα ρούχα
απόμεινε γυμνή-γεμάτοι μώλωπες
δεν έκλαψε-δεν ήξερε τι σημαίνει αυτο
κάποιοι γνωστοί της-δεν θυμάται πως και γιατί τους ξέρει-τη γύρισαν σπίτι
της απαγόρευσαν να ξαναβγεί και μάλιστα στο τελος της είπαν ότι δεν την πληρώνουν
για να κάνει βόλτες άλλη είναι η δουλειά της.
δεν το ήξερε οτι δουλεύει.
το βράδυ
άνοιξε την τηλεόραση - είχε αρκετούς γνωστούς απο τη τηλεοράση - δε θυμόταν πως
και γιατί τους γνωρίζει - δεν είχε και πολύ σημασία
ξαφνικά νύσταξε
έκλεισε τη τηλεόραση και πήγε για ύπνο
κοιμήθηκε γλυκά όπως πάντα-δεν καταλάβαινε γιατί κάποιοι έλεγαν ότι πάσχουν από αϋπνίες